Ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Φατούρος πετυχαίνει να αναδομήσει (με εκλεκτικιστικό ίσως τρόπο) έναν θεωρητικό αρχιτεκτονικό λόγο, να τον διδάξει με κατανοητό τρόπο και να τον αναδείξει ως απαραίτητο συστατικό στη διαδικασία του κτίζειν.
Στην πρώτη τηλεφωνική μου επικοινωνία με τον αρχιτέκτονα Δημήτρη Φατούρο, για την παρακάτω συνέντευξη, βρισκόμουν στο ιστορικό εργοστάσιο μηχανικών στροβίλων[1] της AEG που σχεδίασε ο P. Behrens το 1909 στο Βερολίνο. Αυτομάτως, λόγω του ιδιαίτερου τόπου όπου βρισκόμουν, μου γεννήθηκε ο παρακάτω αυθαίρετος συνειρμός: Όπως ο Behrens στο σχεδιασμό του εργοστασίου θέλησε να επαναφέρει στην εργοστασιακή παραγωγή την έννοια του κοινού σκοπού που ενυπήρχε στη φύση της αγροτικής εργασίας[2], έτσι και ο Δ. Φατούρος, επαναφέρει τη σημασία κατανόησης της αρχιτεκτονικής θεωρίας, στην καίρια αρχιτεκτονική πράξη.
Η συγγραφική σας δραστηριότητα είναι ένα σημαντικό κομμάτι της δουλειάς σας. Οι θεωρητικές σας αναζητήσεις με ποιόν τρόπο συγκοινωνούν με το υλοποιημένο έργο; Θα μπορούσατε ν’ αναφέρετε ένα παράδειγμα;
Θέλω να ελπίζω ότι όποια θεωρητική στάση ή διερεύνηση έχω επιχειρήσει, άλλοτε με επιτυχία και άλλοτε όχι, συσχετίζεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με όποια αρχιτεκτονική έχω επιχειρήσει με επιτυχία ή όχι, είναι πάντοτε τα ζητήματα, οι απορίες, η αγωνία, η ανησυχία για το τι ακριβώς συμβαίνει στον καθημερινό κόσμο, τις καταγωγές συνθηκών και αποφάσεων, τις κατευθύνσεις, τις απορρίψεις. Στη συζήτηση αυτή θέλω από την αρχή να θυμίσω την επιρροή της διαφήμισης, της πολυπλόκαμης διαφήμισης που επηρεάζει, αν δεν καθορίζει, σε ορισμένες περιπτώσεις, και τις θεωρίες και τους εγωισμούς και τα κτίριά μας, τον τρόπο που συζητούμε με τον εργοδότη, τις κρίσεις για την αρχιτεκτονική κ.λπ. Το θεωρητικό υπόβαθρο είναι άλλοτε σαφέστερο και άλλοτε όχι. Χρειάζονται πάντοτε ορισμοί και επεξηγήσεις. Από τον πρώτο κιόλας χρόνο, φοιτητής το 1947 στη Σχολή στο ΕΜΠ, η αγωνία του Πικιώνη, η πίεση τού να κατανοούνται οι γραμμές και οι λέξεις, οι κύριες συνιστώσες του έργου και όχι μόνο οι μορφολογικές, ορίζουν τη μεγαλοφυΐα του Πικιώνη. Είναι το μεγαλείο της αναζήτησης, της στοχαστικής αναζήτησης, της αναζήτησης που συνεχώς αμφιβάλει για το “στόχο” της, συνεχώς βάζει ερωτήματα, προχωράει με δισταγμούς που άλλοτε επιβεβαιώνονται και άλλοτε όχι, όλα αυτά, στάση και διαδικασίες, που ισχύουν και για τις λεγόμενες θετικές επιστήμες. Το ίδιο το πρόβλημα δεν είναι σταθεροποιημένο. Η πολλαπλότητα των ζητημάτων στη λύση ενός προβλήματος οδηγεί στο δημιουργικό έργο, είναι αυτά που κάνουν και τη διδασκαλία της αρχιτεκτονικής δημιουργική έρευνα, με άλλους όρους ανοικτή και όχι εξυπνάδα και αυθαιρεσία. Το δημιουργικό έργο πραγματοποιημένο ή ως υπόθεση δεν μπορεί να γίνει χωρίς το θεωρητικό, στοχαστικό υπόβαθρο, λιγότερο ή περισσότερο συστηματικό. Το έργο δεν είναι μόνο το συνολικό τελικό έργο είναι και τα στοιχεία του. Δεν είναι μόνο οι συνέχειες ή ασυνέχειες, τα κλειστά ή ανοικτά σχήματα κτλ. δεν είναι μόνο ζητήματα του χώρου, είναι ο κόσμος της σύνδεσης και της μη σύνδεσης με την ατομική και συλλογική πραγματικότητα, που και αυτό είναι γενικό, δεν αρκεί. Ας θυμηθούμε και τις προκλήσεις από το Τάο για τη σημασία του κενού. Οι παράγοντες του έργου είναι πολλοί, πάρα πολλοί, το έργο είναι πολυπαραγοντικό. Έστω, ένα “χιλιοστό” επίλυσης έχει πάρα πολλές συνιστώσες.
Γενικότερα, πάντοτε η θεωρητική υπόθεση είναι παρούσα, άλλοτε με πρόθεση και σαφής, άλλοτε όχι. “Περιληπτικοί”, “κανονικοποιημένοι” τρόποι συνθετικής προσέγγισης, στους οποίους η στοχαστική αναζήτηση μπορεί να “ξεχαστεί”, δεν δείχνουν ότι αίρεται η κρισιμότητα της δημιουργικής διαδικασίας, απλοποιούν ή κρύβουν για να διευκολύνουν τη καθημερινή πρακτική. Επειδή πολλά χρόνια τώρα συζητώ τη θεωρητική αναζήτηση μερικές φορές έχει θεωρηθεί, κυρίως παλαιότερα, ότι είναι υπερβολικό και άχρηστο αυτό το ενδιαφέρον μου. Θέλω να θυμίσω: Ορισμένα χαρακτηριστικά του έργου μπορεί να αποτελούν ένα μόνιμο υπόβαθρο σε ό,τι επιχειρεί ένας αρχιτέκτονας. Το έργο π.χ. να μην είναι επιθετικό, να μην έχει βίαιη έκφραση, αλλά αμέσως μπαίνει το ερώτημα ποιο είναι το επιθετικό, πότε “γίνεται” επιθετικό. Πάλι οι συσχετίσεις, οι συναναφορές είναι αποφασιστικές. Συχνά επιμένω ότι το έργο πρέπει να έχει μια ήρεμη στάση που συσχετίζεται με το να μην είναι επιθετικό, αλλά ορισμένα στοιχεία του μπορεί να έχουν μια επιθετικότητα. Μπορεί να έχει μια ένταση ηρεμίας, γαλήνης, αλλά επιμέρους χαρακτηριστικά να έχουν “επιθετική” ένταση. Τα κατακόρυφα, μεγάλα, γεωμετρικά γωνιώδη στοιχεία, όγκοι ή επίπεδα, ανοίγματα, μεγάλοι πρόβολοι κτλ. συσχετίζονται με αυτές τις παρατηρήσεις, αλλά και αυτό πάλι δεν αρκεί για την κατανόηση των συνθετικών προθέσεων. Τι επιτελεί η “κίνηση” του πρόβολου στο χώρο και πώς μπορεί να αλλάξει την έκφραση του ή πώς ένα θέμα με ένταση, με τη θέση του και τις συσχετίσεις του με τα άλλα στοιχεία, όχι μόνο δεν αποκτά επιθετική σημασία, αντίθετα, αποτελεί στοιχείο που τονίζει την ήρεμη, στοχαστική, γαλήνια προσέγγιση. Μπορεί ένας πολύ ψηλός ουρανοξύστης με γεωμετρική ένταση να μην έχει επιθετικότητα, ενώ ένας πολύ μικρότερος να έχει υπερ- επιθετικότητα.
Οι κατηγορίες του χώρου, ο περίκλειστος, ο δρομικός κτλ. δεν αρκούν μόνοι τους, πάλι οι συναναφορές είναι κρίσιμες όπως έχω προσπαθήσει να δείξω στο Ένα συντακτικό της αρχιτεκτονικής σύνθεσης για τα μορφώματα χώρου κ.α. Η έκφραση, όπως και η επιθυμία, μπορεί να είναι έμμεση ή άμεση, αλλά πως; Αυτά είναι ένα μέρος της αρχιτεκτονικής. Ο έλεγχος μιας απόφασης για ένα επιμέρους θέμα ή για τη συνολική κατάσταση, η “επιστροφή”, το feedback, σε μια υπόθεση λύσης είναι η “ζωή” της σύνθεσης, η κρίσιμη αποφασιστική συνθετική διαδικασία. Η πυκνότητα ενδο-αποφάσεων φαίνεται καθαρά αν “σχεδιαστούν”, “αποτυπωθούν” οι νοητικοί χειρισμοί- αποφάσεις που είναι ένα πραγματικό “κουβάρι” συσχετίσεων, όπως το έχω παρουσιάσει πριν 40 χρόνια, και αυτό πάλι δεν συμβαίνει μόνο στην αρχιτεκτονική. Γι’ αυτό εδώ και πολλά χρόνια επιμένω στη σημασία που έχει η κατανόηση της διαδικασίας που έχει σχέση με τη λύση προβλήματος, όχι βέβαια ενός στοχοποιημένου, “έτοιμου” ερωτήματος όπου αίρεται η πολλαπλότητα και ο τρόπος της προσέγγισης. Ακόμη και η περίφημη προσαρμογή, συσχέτιση με το φυσικό τοπίο δεν έχει μια τυπική απάντηση, ούτε στους νοητικούς χειρισμούς, ούτε στην τελική απόφαση.
Θα θέλατε να περιγράψετε τις διαδικασίες που ακολουθείτε κατά τη διάρκεια της αρχιτεκτονικής σύνθεσης; Υπάρχουν συγκεκριμένες μεθοδολογίες που ακολουθείτε από τη στιγμή της ιδέας μέχρι την υλοποίηση της πρότασης;
Η αρχιτεκτονική είναι μια πολυπαραγοντικότητα, όπως θύμισα πιο πριν. Για να το πω με πιο περιγραφικό τρόπο, είναι μια θαυμάσια περιπέτεια, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι μια περιπέτεια χωρίς σκοπό, ούτε ότι είναι πάντοτε σωστή, γι’ αυτό και ορισμοί όπως “πολιτισμός του χώρου” ή “χωρικός πολιτισμός” είναι χρήσιμοι. Όλες οι κατ’ αίσθηση αντιλήψεις, αισθήσεις, όλος ο αντιληπτικός κόσμος είναι παρών στο έργο της αρχιτεκτονικής. Η όραση, η κιναισθητική αντίληψη, η μυρωδιά, η αφή, ο ήχος, το κοντά ή το μακριά, το πολύ ή το λίγο, το κυριώτερο και το δευτερότερο, το ελάχιστο και το υπερβολικό. Μπορεί το έργο να εξαίρει, να τονίζει ορισμένες από αυτές και από αυτές να προκύπτει η δημιουργική του παρουσία στον κόσμο, οι υποθέσεις ζωής. Όλα αυτά, πάντοτε μέσα στις συνθήκες και τις προοπτικές της ατομικής και συλλογικής ζωής, παίρνουν μέρος σε ότι ονομάζω το “πρόσωπο του δημιουργού”, που βέβαια συσχετίζεται με το “πρόσωπο του έργου”, το κτίριο, τη πλατεία, την πόλη. Καμία από αυτές τις συνιστώσες δεν είναι ανεξάρτητη από τις άλλες. Το έργο μπορεί να πετυχαίνει σε κάποιες και να αποτυγχάνει σε άλλες. Οι παγίδες είναι πολλές, μπορεί π.χ. να προταθεί μια ερμηνεία με γενικότερους όρους, αλλά μπορεί να μην έχει συσχετιστεί με την αρχιτεκτονική, “κτισμένη”, παρουσία. Η θεωρητική ανάλυση μπορεί να είναι καλοπροαίρετη, αλλά να μην είναι συνεπής, ολοκληρωμένη κ.λπ. Μια άτακτη πολυπλοκότητα μπορεί να είναι μια κατηγορία τάξης, μια τάξη μπορεί να είναι άμεση, φανερή, μπορεί να είναι έμμεση κ.λπ. Αυτά όλα, πολύ γνωστές παλιές προσεγγίσεις, αναγνωρίζονται και κατανοούνται κάθε φορά με διαφορετικούς τρόπους. Η στιγμή της ιδέας δεν είναι αυτόνομη, ούτε είναι μόνο μία, είναι δέσμη, έχει παρελθόν, μεταβάλλεται κ.λπ. Έχω προσπαθήσει άπειρες φορές όλα αυτά να τα συζητήσω ως δάσκαλος ή με τον εαυτό μου ή με ένα ευρύτερο κοινό, και χαίρομαι που τα ξανασυζητώ σήμερα.
Ο Δημήτρης Αντωνακάκης αναφέρει σ’ ένα κείμενό του, με αφορμή την κατοικία που έχετε σχεδιάσει στη Λήμνο, ότι χρησιμοποιείτε συχνά στο αρχιτεκτονικό σας έργο το στοιχείο της ειρωνείας, ως στοιχείο – σχόλιο της σημερινής αρχιτεκτονικής πραγματικότητας[3]. Τι θα λέγατε γι’ αυτή την παρατήρηση;
Η πρόσληψη, πώς το “βλέπει”, πώς το προσλαμβάνει ο παρατηρητής, ο ακροατής, ο θεατής, είναι κρίσιμος παράγοντας. Η μνήμη και του δημιουργού και του θεατή, κατοίκου, χρήστη ή περαστικού είναι πάντοτε παρούσα, όπως σε όλες τις λειτουργίες της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αλλά, προσοχή, η μνήμη μπορεί να έχει παγιδευτεί σε μια έμμεση ή άμεση διαφήμιση. Η παντοδυναμία του κιτς και της διαφήμισης φαίνεται να καθορίζουν και να κατευθύνουν όλο και περισσότερο όλες τις θαυμάσιες πολλαπλότητες, αποφεύγεται ή καταδιώκεται το νόημα. Τώρα τελευταία σε όλο τον κόσμο έχουν αρχίσει να γίνονται συζητήσεις για να απελευθερωθεί η αρχιτεκτονική ακόμη και το design από το “φαίνεσθαι” που δεν είναι, όμως, αυτόνομο, είναι ανθρώπινη ζωή, συμπεριφορά των κυττάρων της ατομικής και συλλογικής πραγματικότητας, όπως στην Άβυσσο της Γιουρσενάρ. Δεν θυμάμαι, αν ο Δημήτρης Αντωνακάκης αναφέρεται στην ειρωνεία. Η ειρωνεία μπορεί να είναι η αντίφαση, μπορεί να είναι η αντίδραση του εαυτού ή ενός άλλου σε σχέση με μια υπόθεση. Η προσέγγιση του Δημήτρη στην αρχιτεκτονική, προσέγγιση πολυπλοκότητας και πολλαπλότητας και αγωνίας, μπορεί να είναι μέρος αυτής της ειρωνείας. Η αρχιτεκτονική, δηλαδή, έχει νόημα.