Το καλοκαίρι του 2011, οι προετοιμασίες για τους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου έμπαιναν στην τελική ευθεία και η πόλη σταδιακά μετατρεπόταν σ’ ένα μεγάλο εργοτάξιο, με θόρυβο, σκόνη και κίνηση. Οι κήποι του Kensington, όπως και τα περισσότερα πάρκα, έμοιαζαν με καταφύγια όπου κάποιος μπορούσε να απομακρυνθεί από τους φρενήρεις ρυθμούς μιας πόλης που άλλαζε.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, ο Peter Zumthor σχεδιάζει και υλοποιεί το νέο περίπτερο-εφήμερη κατασκευή της Serpentine Gallery, στους κήπους Kensington του Hyde Park.
Τη στιγμή κατά την οποία διεθνείς αστέρες αρχιτεκτονικής καλούνται να σχεδιάσουν τεράστια κτίρια για τους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου, ο σιωπηλός και διακριτικός αρχιτέκτονας Peter Zumthor οραματίζεται έναν κήπο μέσα σ’ έναν μεγάλο κήπο-πάρκο. Συνήθως φαντάζονται οι ιθύνοντες της κάθε πόλης που φιλοξενεί Ολυμπιακούς αγώνες, κτίρια-υπεραξίες στον αστικό χώρο, κατά το «φαινόμενο Bilbao». Η κυριαρχία τέτοιων προτύπων ευδαιμονισμού, σε συνδυασμό με τον τρόπο που έχει δομηθεί το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και η αδυναμία των οικονομικών συστημάτων να αντιμετωπίσουν τη διεθνή κρίση χρέους, δημιουργεί νέες οικονομικές κρίσεις.
Το έργο του Peter Zumthor δεν έχει καμία σχέση με την αρχιτεκτονική παραγωγή που ενισχύει τον διεθνή ανταγωνισμό των πόλεων, οι οποίες οραματίζονται Μουσεία Guggenheim και τελικά γεννούν τις κρίσεις. Κρίσεις όχι μόνο οικονομικές αλλά πολιτισμικές και περιβαλλοντικές. Προτιμά να ζει αποτραβηγμένος τα τελευταία τριάντα χρόνια, σ’ ένα απομονωμένο χωριό των ελβετικών Άλπεων. Ο εβδομηντάχρονος αρχιτέκτονας αρέσκεται σ’ έναν «ασκητικό» βίο, λόγω της στάσης ζωής που έχει επιλέξει. Μέσω της «μη δράσης», κατά κάποιο τρόπο κάνει έμμεση κριτική για τα πράγματα που συμβαίνουν στην παγκόσμια κοινότητα. Ζει ήσυχα μέσα στη φύση και στο γραφείο του δεν εργάζονται περισσότεροι από είκοσι υπάλληλοι. Παρότι το 2008, άγνωστος στο ευρύ κοινό, απέσπασε ένα από τα σημαντικότερα διεθνή βραβεία αρχιτεκτονικής, το βραβείο Pritzker, ο κατάλογος των έργων του είναι περιορισμένος, αν τον συγκρίνουμε με καταλόγους άλλων συναδέλφων του που τιμήθηκαν με το ίδιο βραβείο. Η βράβευσή του, ίσως να σχετίζεται με την οικονομική κρίση των τελευταίων χρόνων. Η επιτροπή [1] μάλλον θέλησε να επιβραβεύσει την κατασκευαστική και εκφραστική λιτότητα, τη μικρή κλίμακα, την ταπεινότητα του Zumthor και όχι μια αρχιτεκτονική, η οποία θα ήταν εντυπωσιακή, αλλά κενή νοήματος. Ενδιαφέρον είχε η παρακάτω δήλωσή του αρχιτέκτονα, μετά την βράβευσή του:
«Το γεγονός ότι ένα έργο μικρού βεληνεκούς όπως το δικό μας αναγνωρίζεται, μας κάνει να αισθανόμαστε υπερήφανοι. Και θα πρέπει να δίνει ελπίδες σε νέους αρχιτέκτονες, οι οποίοι αν αναζητήσουν την ποιότητα στη δουλειά τους, μπορεί αυτό να γίνει ευρύτερα ορατό χωρίς κάποια ιδιαίτερη προβολή ή προώθηση» Από συνέντευξή του στο BBC
Τα περισσότερα κτίρια του είναι μονολιθικά, καθόλου δελεαστικά για τοπόσημα σε πόλεις που μιμούνται πρότυπα κατανάλωσης. Η απλότητά τους είναι το αποτέλεσμα ενός σύνθετου και πολυεπίπεδου σχεδιασμού, με μεγάλη έμφαση στις κατασκευαστικές λεπτομέρειες. Ένα από τα γνωστότερα έργα του είναι το συγκρότημα ιαματικών λουτρών στην κοινότητα της Vals στην Ελβετία [3]. Χτισμένο εξ’ ολοκλήρου από οπλισμένο σκυρόδεμα και από την πέτρα της περιοχής, ο όγκος του κτιρίου εντάσσεται με τολμηρό τρόπο στην πλαγιά του βουνού. Η ιδέα της σύνθεσης βασίστηκε στη διαχείριση των συστατικών που συνθέτουν το τοπίο: το βουνό, την πέτρα, το φως και το νερό. Στους κλειστούς, ανοιχτούς και ημιυπαίθριους χώρους που σχεδίασε, ενεργοποιούνται όλες οι αισθήσεις και ο επισκέπτης αντιλαμβάνεται μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο την μοναδικότητα του ευρύτερου τόπου. Οι ιδιαίτερες ποιότητες του χώρου, η υφή των υλικών, η εναλλαγή της θερμοκρασίας, η αντήχηση, η μυρωδιά και η υγρασία, συμβάλλουν σ’ αυτό το συγκερασμό των χαρακτηριστικών της περιοχής Vals.
Hortus conclusus: μυστικός κήπος
Από το 2000 η Serpentine gallery [1] φιλοξενεί στον περιβάλλοντα χώρο της μια σειρά από εφήμερες κατασκευές–περίπτερα. Αρχιτέκτονες ή αρχιτεκτονικές ομάδες που δεν έχουν ολοκληρώσει κάποιο έργο στην Αγγλία, καλούνται να σχεδιάσουν μια προσωρινή κατασκευή, ειδικά για τον περιβάλλοντα χώρο της γκαλερί, εντός έξι μηνών. Το κάθε περίπτερο παραμένει εκεί για τρεις μήνες, ανοιχτό στο κοινό, ενώ με το πέρας της έκθεσης διατίθεται προς πώληση σε ιδιώτες ή εταιρείες [2]. Ανάμεσα σ’ αυτούς που έχουν συμμετάσχει σε αυτό το γεγονός, είναι η Zaha Hadid, ο Daniel Libeskind, ο Toyo Ito, ο Oscar Niemeyer, ο Alvaro Siza, ο Eduardo Souto de Moura, ο Rem Koolhaas, ο Olafur Eliasson, o Frank Gehry, o Jean Nouvel και φέτος (2012) οι Herzog & de Meuron σε συνεργασία με τον εικαστικό Ai Weiwei.
Η ονομασία που δόθηκε στο περίπτερο του 2011 ήταν «Hortus conclusus», δηλαδή μυστικός περίκλειστος κήπος. Η λατινική ονομασία Hortus conclusus έλκει την καταγωγή της από το μεσαίωνα και περιέγραφε την εξιδανικευμένη εικόνα ενός μεσαιωνικού δυτικού κήπου. Ήταν περίκλειστος και συμβόλιζε την ασφάλεια του Παραδείσου. Στη μεσαιωνική ζωγραφική υπάρχουν πολλές απεικονίσεις τέτοιων χώρων. Χαρακτηριστικά έργα είναι αυτά του Stephan Lochner (1400-1451) [3], του Fra Angelico (1395-1455), του Gerard David, (1460-1523), του Bartolomé Bermejo (1440-1501) και άλλων. Επίσης στη λογοτεχνία ενδιαφέρον έχουν οι περιγραφές τέτοιων «ιδανικών κήπων», οι οποίοι χρησιμοποιούνταν ως σύμβολα για τις αρετές της Μαρίας και της μητέρας της Αγ. Άννας. Στο «Άσμα Ασμάτων» του Σολομώντα, συναντάμε μια περιγραφή περίκλειστου κήπου [4], από τον οποίο πιθανότατα εμπνεύστηκαν οι δυτικοί ζωγράφοι και οι βυζαντινοί αγιογράφοι για το θέμα του Ευαγγελισμού. Σε αρκετά μεσαιωνικά μοναστήρια της κεντρικής Ευρώπης γνωρίζουμε ότι υπήρχε σημαντική ενασχόληση των μοναχών για τη διατήρηση και τη δημιουργία τέτοιων κήπων. Οι βυζαντινοί περίκλειστοι κήποι, με ισλαμικές επιδράσεις, βρίσκονταν σε αίθρια ή περιβάλλονταν από ψηλούς τοίχους, συχνά διακοσμημένους με τοιχογραφίες. Στο εσωτερικό τους υπήρχαν συνήθως χαμηλότερες περιφράξεις με φυτά ή στηθαία και κιγκλιδώματα.
Στις περιγραφές των παραπάνω εξιδανικευμένων κήπων, τα δέντρα ήταν οπωροφόρα και αειθαλή. Επικρατούσε συνεχής ανθοφορία και καρποφορία, όπως στον Παράδεισο. Υπάρχουν περιγραφές κατά τις οποίες ψηλά κυπαρίσσια αναπτύσσονταν περιμετρικά του κήπου, προσφέροντας προστασία από τους ανέμους. Σ’ έναν δεύτερο δακτύλιο φυτεύονταν δέντρα όπως μηλιές, αχλαδιές, αμυγδαλιές, κορομηλιές και καρυδιές. Στο κέντρο του κήπου φύονταν τριαντάφυλλα, κρίνα, υάκινθοι, λωτοί, ορχιδέες, βιολέτες και μαργαρίτες.
Ο αρχιτέκτονας οραματίστηκε έναν κλειστό κήπο, επηρεασμένος από την τυπολογία των περίκλειστων κήπων. Η τυπολογία αυτή δεν υπήρχε μόνο στο Μεσαίωνα: τέτοιους κήπους συναντάμε από την Ιαπωνία (π.χ. κήπους Ζen), μέχρι τους ισλαμικούς κήπους στη νότια Ισπανία. Όπως λέει ο Zumthor, ένας κήπος είναι γι’ αυτόν η πιο οικεία μορφή ενός «φυσικού» τοπίου. Εκεί καλλιεργούμε φυτά που μας είναι απαραίτητα. Ένας κήπος χρειάζεται φροντίδα και προστασία. Έτσι τον περιτοιχίζουμε για να τον προφυλάξουμε. Λόγω αυτής της ανάγκης ο κήπος γίνεται χώρος.
Οι ορθοκανονικά περιφραγμένοι κήποι με τα λαχανικά των αγροτών στις Άλπεις, είναι μια αγαπημένη εικόνα του αρχιτέκτονα. Στις αχανείς καλλιεργήσιμες εκτάσεις των βουνών διακρίνονται μικροί κήποι, προστατευμένοι από τα ζώα, όπου οι γυναίκες των αγροτών συχνά φυτεύουν πολύχρωμα λουλούδια, διακόπτοντας τη χρωματική μονοτονία των χωραφιών. Ένα μικρό τοπίο σ’ ένα μεγαλύτερο. Αυτή η εικόνα προετοίμασε τον Zumthor προκειμένου ν’ αγαπήσει τους κλειστούς κήπους. Η ιδέα για το περίπτερο που υλοποίησε στον περιβάλλοντα χώρο της Serpentine Gallery, σχετίζεται μ’ αυτούς τους συλλογισμούς. Πρόκειται για την υλοποίηση μιας ονειρικής εικόνας που έχει για την τυπολογία του «Hortus conclusus». Μια επανασύνθεση από εσωτερικούς κήπους (από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα) με απλούς περιβόλους, στοές και κιονοστοιχίες που έχει δει ή νομίζει ότι έχει δει.
Το περίπτερο ήταν ένας ορθογωνικός κήπος περιφραγμένος με διπλό πέτασμα. Ο παραδοσιακός τοίχος των μεσαιωνικών κήπων αντικαταστάθηκε από έναν ξύλινο σκελετό, επενδυμένο με καμβά και στη συνέχεια χρωματίστηκε μ΄ ένα μείγμα μαύρου χρώματος και άμμου. Στις δύο μεγάλες πλευρές του ορθογώνιου σχήματος υπήρχαν συμμετρικά τοποθετημένα έξι ανοίγματα-είσοδοι. Μέσα από τ’ ανοίγματα αυτά, έμπαινε κανείς σ’ έναν στενό σκοτεινό περιμετρικό διάδρομο (φάρδους 1,20μ. περίπου). Στο εσωτερικό περιμετρικό πέτασμα υπήρχαν τέσσερα ανοίγματα, τοποθετημένα σε διαφορετική παραλληλία με τα εξωτερικά, προκειμένου ο στεγασμένος διάδρομος να είναι όσο πιο σκοτεινός γίνεται. Από το φως περνούσε κανείς στο σκοτάδι και μετά πάλι στο φως, δηλαδή στο αίθριο που βρισκόταν ο κήπος. Η κλιμάκωση αυτή θύμιζε τα αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά αίθρια. Η ησυχία, η γαλήνια ατμόσφαιρα και τα αρώματα του μυστικού κήπου, έρχονταν σε αντίθεση με την οχλαγωγία και τις μυρωδιές της πόλης του Λονδίνου. Η αντίθεση αυτή, σε συνδυασμό με την ομαλή μετάβαση από τον ιστό της πόλης στο ανοιχτό πάρκο και μετά στον «εσωτερικό» κήπο, έδιναν ιδιαίτερη αξία στην πρόταση του Zumthor. Ο χώρος λειτουργούσε ως τόπος στοχασμού ή ήρεμης συνάντησης. Στον κήπο δεν άκουγες ιδιαίτερη οχλαγωγία, οι περισσότεροι επισκέπτες μιλούσαν χαμηλόφωνα και επηρεάζονταν από την ενέργεια των φυτών.
Στο κέντρο της σύνθεσης υπήρχε ένας άγριος κήπος και όχι ο άνθρωπος ή μια άλλη κατασκευή. Η συμβολική αυτή χειρονομία, δείχνει στον επισκέπτη την ευεργετική επίδραση του χώματος και των φυτών στο ανθρώπινο σώμα. Μεταφέρει τον άνθρωπο στην περίμετρο του κήπου και αφήνει τη φύση ν’ αναπτυχθεί στο κέντρο. Ιδιαίτερα σήμερα που το ανθρωπογενές τοπίο σχεδόν έχει εξαφανίσει το παρθένο φυσικό περιβάλλον, αυτό το σχόλιο του Zumthor, στην καρδιά μιας μητρόπολης, αποτελεί σχεδόν επαναστατική πράξη. To περίπτερο δεν είναι ένα πλαίσιο για τον κήπο αλλά μια πλατφόρμα παρατήρησής του· ένας αρχιτεκτονικός τόπος που ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις και ιδιαίτερα την όσφρηση και την ακοή [5]. Η διερεύνηση της «ξεχασμένης» φύσης του σώματος, μέσω της «άγριας φύσης» του κήπου, ήταν ίσως η πρόθεση του αρχιτέκτονα. Ένας τόπος για τα συναισθήματα και τη στοχαστική παρατήρηση των φυτών, των εντόμων, του ουρανού και του αέρα.
«Πιστεύω ότι η αρχιτεκτονική σήμερα πρέπει να προβληματιστεί σχετικά με τα καθήκοντα και τις δυνατότητες που απορρέουν από τη φύση της.
Η αρχιτεκτονική δεν είναι ένα όχημα ή ένα σύμβολο για πράγματα που δεν ανήκουν στην ουσία της. Σε μια κοινωνία που υμνεί το επουσιώδες, η αρχιτεκτονική μπορεί να προβάλει μιαν αντίσταση, να εξουδετερώσει τη σπατάλη των μορφών και των νοημάτων και να μιλήσει τη δική της γλώσσα. Πιστεύω ότι η γλώσσα της αρχιτεκτονικής δεν έχει να κάνει με ένα συγκεκριμένο στυλ. Κάθε κτίριο έχει κατασκευαστεί για συγκεκριμένη χρήση, σε συγκεκριμένο τόπο και για συγκεκριμένη κοινωνία.
Τα κτίριά μου προσπαθούν ν’ απαντήσουν τα ερωτήματα που προκύπτουν από αυτά τα απλά δεδομένα, όσο πιο συγκεκριμένα και κριτικά μπορούν».Peter Zumthor, Thinking Architecture, εκδ. Birkhäuser-Publishers for Architecture, Basel, Boston Berlin, 1999.
Η κηποτεχνία ως αρχιτεκτονικό εργαλείο
Η διάταξη των φυτών σχεδιάστηκε από τον Ολλανδό κηποτέχνη Piet Oudolf. Ο αρχιτέκτονας τον άφησε εν λευκώ ν΄ αποφασίσει το είδος και τον τρόπο ανάπτυξης των φυτών. Όπως φύονται ελεύθερα τα αγριόχορτα και τα αγριολούλουδα σ’ ένα τοπίο, έτσι ήθελε και ο Zumthor να μην γνωρίζει εκ των προτέρων την πρόθεση του Oudolf. Ήθελε ο παράλληλος αυτός σχεδιασμός, σαν ένα ριζόχαρτο πάνω από άλλα ριζόχαρτα με διαφορετικές πληροφορίες, να είναι χαρακτηριστικό εργαλείο της σύνθεσής του. Όπως λέει ο ίδιος, μπορεί να μην γνωρίζει πολλά από τα φυτά με τις ονομασίες τους, αλλά διαισθάνεται την πολύτιμη αξία που έχουν γι’ αυτόν. Του αρέσει η ησυχία τους, η ευπλαστότητά τους στο χρόνο, ή κίνηση τους στον άνεμο, η δομή τους, η κλίμακά τους, καθώς και το πώς προσαρμόζονται κάτω από τον ήλιο, τη βροχή, την τροπική ζέστη ή το ψύχος. Τα φυτά αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της γης. Έρχονται από το μακρινό παρελθόν και η ομορφιά τους είναι αναμφισβήτητη. Ο αρχιτέκτονας κοιτάζοντας στον κήπο του, παρατηρεί ότι στα φυτά υπάρχει αξιοπρέπεια, διάθεση για παιχνίδι, άπειρη τρυφερότητα. Οι μικρές κουκκίδες χρώματος ενισχύουν ένα πλούσιο σύνολο. Επίσης τον αρχιτέκτονα τον εντυπωσιάζει το πόσα διαφορετικά είδη κήπων υπάρχουν: λαχανόκηποι, κήποι με μυρωδικά, με λουλούδια, ροδώνες κ.λπ.
Είναι αξιοθαύμαστο ότι το μεγαλύτερο μέρος της επιδερμίδας της γης (όσον αφορά την ξηρά) αποτελείται από φυτά. Αξιοθαύμαστο είναι επίσης, το πώς φύονται από μόνα τους σε ακραίες κλιματικές συνθήκες. Ο κηποτέχνης Piet Oudolf, είναι ο πατέρας του κινήματος των «νέων πολυετών καλλιεργειών [6]». Έχει βραβευτεί για τον τρόπο που αναδεικνύει τη φυσική αρχιτεκτονική των φυτών. Αφήνει διαφορετικά είδη γρασιδιού και βοτάνων να φύονται ελεύθερα και ν’ αναπτύσσονται παράλληλα και ανάμεσα σε όλη την έκταση των υπόλοιπων φυτών ενός κήπου. Η επιλογή αυτών, γίνεται κάθε φορά με κριτήριο τη φυσική μορφή τους, τη δομή τους, την υφή τους, τα χρώματα και τα’ αρώματά τους. Φυτεύονται με τέτοιο τρόπο, ώστε όλος ο κύκλος ζωή τους ν’ αποτελεί ενδιαφέρον και αισθητικό στοιχείο στον κήπο. Δεν υπάρχει δηλαδή η λογική της εποχιακής φύτευσης. Σε αυτό το περίπτερο ο κηποτέχνης ακολούθησε την ίδια μεθοδολογία· πρόθεσή του, όπως λέει ο ίδιος, ήταν να επαναφέρει την αίσθηση του φυσικού στοιχείο στο αστικό περιβάλλον.
Ο Γερμανός συγγραφέας και σκηνοθέτης Alexander Kluge λέει πολύ εύστοχα, ότι κάθε άνθρωπος έχει μέσα του έναν μυστικό κήπο. Είτε αυτή η αίσθηση υπάρχει σοβαρά, είτε με παιγνιώδη διάθεση, είναι το ίδιο. O Freud προσπαθώντας ν΄ αναλύσει την παιδική ηλικία, αναφέρει ότι η σοβαρότητα και το παιχνίδι δεν αποτελούν δίπολο. Ο Zumthor θέλει να φέρει στο φως, τον κρυμμένο κήπο της ανθρώπινης προσωπικότητας.
Την περίοδο κατά την οποία οι λίγοι ελεύθεροι χώροι του Λονδίνου χτίζονταν για την εξυπηρέτηση των Ολυμπιακών αγώνων, ο Zumthor αντιπροτείνει τον άχτιστο χώρο, τη γη που μπορεί να γίνει κήπος και όχι άλλο ένα κτίριο. Τυχαίνει να συγχρονίζεται με την απαίτηση της εποχής μας για έναν «ειλικρινή» αειφορικό σχεδιασμό. Μια διαδικασία σχεδιασμού, κατά την οποία υπάρχει η βέλτιστη διαχείριση των φυσικών και υλικών πόρων και όσο το δυνατόν μικρότερη οικοδομική δραστηριότητα.
Οι λατινικές ονομασίες των φυτών στο Hortus Conclusus: Aconitum wilsonii “Barkers” / Anemone x hybrida “Honorine Jobert” / Angelica archangelica / Aster macrophyllus “Twilight” / Astrantia major “Claret” / Actaea ramosa “James Compton” / Deschampsia “Goldschleier” / Digitalis ferruginea “Gigantea” / Eupatorium maculatum “Riesenschirm” / Euphorbia “Kings Caple”
Festuca ovina / Geranium psilostemon “Patricia” / Heuchera villosa / Iris sibirica “Perry’s Blue” / Kirengeshoma palmata / Liriope muscari “Big Blue” / Lobelia x “Vedrariensis” / Molinia “Edith Dudszus” / Molinia litoralis “Transparent”
Monarda “Jacob Cline” / Persicaria amplexicaulis “Alba” / Polystichum setiferum “Herrenhausen” / Rodgersia pinnata “Superba” / Sanguisorba canadensis / Scutellaria incana / Selinum wallichianum / Stachys officinalis “Hummelo” / Thalictrum rochebrunianum / Tricyrtis formosana
[1] Στο σκεπτικό της εννεαμελούς επιτροπής βράβευσης επισημάνθηκε: «Ο Peter Zumthor απλά βρίσκεται συχνά στη δυσάρεστη θέση ν’ απορρίπτει προτάσεις για δουλειά. Αποδέχεται ένα project, μόνο όταν αισθάνεται βαθιά συγγένεια και αγάπη για το αντικείμενο. Από τη στιγμή που θα δεσμευθεί μ’ ένα έργο, η αφοσίωση του είναι ολοκληρωτική, επιβλέποντας την υλοποίηση του σχεδίου μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια».
[2 Η κοινότητα Vals βρίσκεται ανάμεσα στη Ζυρίχη και το Λοκάρνο. Για περισσότερο από έναν αιώνα, υπάρχουν εγκαταστάσεις ιαματικών λουτρών στην περιοχή, λόγω της ιδιαιτερότητας του νερού που αναβλύζει από τις πηγές, με σταθερή θερμοκρασία 29°C.
[3] Η «Serpentine gallery» ιδρύθηκε το 1971 και βρίσκεται μέσα στους κήπους του Kensington στο Hyde Park, ένα από τα μεγαλύτερα πάρκα του Λονδίνου. Καλλιτεχνικές εκθέσεις, ομιλίες και εκπαιδευτικά προγράμματα λαμβάνουν χώρα σε ένα «tea pavilion» του 1934, το οποίο επισκέπτονται ετησίως γύρω στα 750.000 άτομα.
[4] Εξαίρεση αποτελεί το pavilion που σχεδίασε ο Rem Koolhass, ο οποίος αρνήθηκε να το διαθέσει στην αγορά.
[5] Madonna im Rosenhag: η Παναγία στον κήπο με τα τριαντάφυλλα.
[6] …κῆπος κεκλεισμένος, ἀδελφή μου νύμφη, κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ ἐσφραγισμένη. Ασ. Ασ. 4,11.
Σύντομο βιογραφικό του Peter Zumthor |
---|
O Peter Zumthor γεννήθηκε το 1943 στην Ελβετία, έμαθε την τέχνη του επιπλοποιού κοντά στον πατέρα του και το 1963 σπούδασε σχέδιο και αρχιτεκτονική στο Kunstgewerbeschule στη Βασιλεία και στο Pratt Institute στη Νέα Υόρκη. Για πολλά χρόνια ασχολήθηκε με την προστασία ιστορικών μνημείων και οικισμών, ενώ το 1979 ίδρυσε το δικό του γραφείο στην Ελβετία.Μερικά από τα έργα του είναι: το μουσείο «Kolumba Αrt Museum» στην Κολωνία, η εκκλησία «Bruder Klaus Chapel» στη Γερμανία, τα θερμά λουτρά στην Ελβετία (Therme Vals), το μνημείο “Steilneset Memorial for the Victims of the Witch Trials in the Finnmark» στη Νορβηγία. Ο Zumthor πέρα από τον σχεδιασμό κτιρίων έχει ασχοληθεί και με την εκπαίδευση νέων αρχιτεκτόνων. Έχει διδάξει σε διάφορα πανεπιστήμια, όπως στο University of Southern California Institute of Architecture and SCI-ARC στο Λος Άντζελες, στο Technische Universität του Μονάχου, στο Graduate School of Design του Harvard University, καθώς και στην Academy of Architecture, Universitá della Svizzera Italiana στο Mendrisio. |
Για τα έργα του έχει αποσπάσει πολλά βραβεία: |
Heinrich Tessenow Medal”, Technical University, Hanover,1989. “Carlsberg Architectural Prize”, Copenhagen,1998. “Bündner Kulturpreis”, Graubünden, 1998. “Mies van der Rohe Award for European Architecture”, Barcelona, 1998. “Spirit of Nature Wood Architecture Award”, Wood in Culture Association, Finland, 2006.”Prix Meret Oppenheim, Federal Office of Culture”, Switzerland, 2006. “Praemium Imperiale”, Japan Art Association, 2008. “DAM Prize for Architecture in Germany”, 2008. “The Pritzker Architecture Prize”, The Hyatt Foundation, 2009. Το 2013 θα λάβει το “Royal Gold Medal” από το RIBA. |
[the_magazine id=”261″]