Ο Mike Davis αναφέρει στο βιβλίο του “Πέρα από το Blade Runner (Αστικός έλεγχος, η οικολογία του φόβου)” ότι στο μέλλον οι υπολογιστές τεχνητής νοημοσύνης ενός κτιρίου θα μπορούν αυτόματα ν’ ανιχνεύουν και να ελέγχουν το σύνολο του ανθρώπινου πληθυσμού του, ίσως ακόμη και να ανταποκρίνονται στις συναισθηματικές διακυμάνσεις του, ιδίως τον φόβο ή τον πανικό. Το ίδιο το κτίριο θα είναι ικανό να χειρίζεται μόνο του τις κρίσεις, μικρές (π.χ. να διατάσσει στους περαστικούς να εξέλθουν από το κτίριο ή να τους απαγορεύει να χρησιμοποιούν τα αποχωρητήρια) αλλά και μεγαλύτερες (π.χ. να παγιδεύει τους διαρρήκτες μέσα σε κάποιον ανελκυστήρα). Αντίστοιχα, με τη βοήθεια της υψηλής τεχνολογίας, μπορεί σ’ ένα κτίριο να υπάρχει αυτόματη διαχείριση βιοκλιματικών συστημάτων για την εξοικονόμηση ενέργειας. Πόσο “οικολογική” θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μια τέτοια προοπτική;
Η διαχείριση της ενεργειακής απόδοσης ενός κτιρίου από έξυπνα δίκτυα δημιουργεί, για πρώτη φορά στην ιστορία, ένα τεχνολογικό μοντέλο -σημείο αναφοράς της αρχιτεκτονικής- το οποίο δεν εκφράζεται ως υλικό ή δέσιμο υλικών ή υλική δομή, αλλά ως δομή πληροφορίας. Σύμφωνα με αυτό το σημείο, η αρχιτεκτονική δεν οργανώνεται από τη βαρύτητα και την αδράνεια, αλλά από την πληροφορία: τα δεδομένα (data).
Η τεχνητή νοημοσύνη ενός κτιρίου συνεπώς ορίζει και ένα νέο μοντέλο αρχιτέκτονα. Αυτό του επιδέξιου πλοηγού και σχεδιαστή νέων δομών και χώρων πληροφορίας, σε αντιπαράθεση με το προηγούμενο μοντέλο του μάστορα επιδέξιου διαχειριστή και συνθέτη υλικών. Το τεράστιο στοίχημα της αρχιτεκτονικής της πληροφορίας είναι να ξαναβρεί την δομή και την αδράνεια των υλικών. Ζητείται, πλέον, από τον αρχιτέκτονα να σχεδιάζει διαγράμματα και Επιφάνειες Διάδρασης (UI: user interfaces) με την ίδια ικανότητα με την οποία κατασκεύαζε βιώσιμους χώρους. Το να μπορεί να ενσωματώσει, ένα γραφείο, στην κατασκευή τα έξυπνα συστήματα διαχείρισης ενός κτίριου είναι εφικτό. Το να μπορεί να δημιουργήσει και τις επιφάνειες διάδρασης που θα βρίσκονται ανάμεσα στο κτίριο και στον χρήστη, ως υλικές συνθήκες, είναι μία πρόκληση.
Η δουλειά μας, στο Drifting City, ορίζεται από αυτή την πρόκληση. Μαθαίνοντας να εφαρμόζουμε και να σχεδιάζουμε έξυπνα κτίρια έχουμε καταλήξει να ερευνούμε την σχέση της αρχιτεκτονικής της πληροφορίας με τη δομή και την αδράνεια των υλικών: “το ψηφιακό και το φυτικό.” Ένα υπερ-ελεγχόμενο κτίριο θα μπορούσε να είναι ένα απολύτως αποστειρωμένο κτίριο. Θα μπορούσε, όμως, και να είναι ένα κτίριο φοβερών αισθητικών εμπειριών. Η οικολογική αρχιτεκτονική δεν ορίζεται πλέον ως κάποιο στιλ αυτό που κατά καιρούς αναγνωρίζεται ως “πράσινη αρχιτεκτονική”. Απελευθερωμένη από το στιλ, δεν στέκει λοιπόν ως ιδανική αναπαράσταση ή σύμβολο του εαυτού της, αλλά ως ιδανική οργάνωση πληροφορίας ή νοητική εικόνα. Η έξυπνη οικολογική αρχιτεκτονική ίσως ξεπερνάει το στιλ, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο η εικόνα ξεπερνάει την αναπαράσταση. Ξεπερνάει λοιπόν τις δυστοπίες (κατ’ απόκλιση ουτοπίες) του Mike Davis και δεν ασχολείται με τον έλεγχο του χώρου, αλλά με την παραγωγή πρωτόγνωρης ατμόσφαιρας. Η τεχνητή νοημοσύνη του κτιρίου είναι, πάνω απ’ όλα, ένα νέο είδος καιρού.
Πώς αντιλαμβάνεστε την έννοια της οικολογίας, όταν σχεδιάζετε;
Αυτός ο καιρός, αυτή η ατμόσφαιρα, μπορεί να φιλοξενεί νέες κοινότητες. Μία δεύτερη προσέγγιση της οικολογίας στο σχεδιασμό είναι ακριβώς η δημιουργία κοινότητας δημόσιου ή κοινόχρηστου χώρου μέσα στον ιδιωτικό. Μία πρόταση του γραφείου μας για φοιτητικές κατοικίες στο Μεταξουργείο χρησιμοποιεί ένα τέτοιο οικολογικό εύρημα: την κατασκευή ενός “πράσινου τοίχου” στη ραχοκοκαλιά, στο κέντρο και όχι στην όψη του κτιρίου. Ο συγκεκριμένος τοίχος περιλαμβάνει έξυπνα δίκτυα, αδρανή υλικά και φύτευση. Είναι καταλύτης στη βιοκλιματική λειτουργία (φωτισμό και αερισμό) του κτιρίου. Όμως, πάνω απ’ όλα, ορίζει ένα νέο είδος κοινόχρηστου χώρου στην καρδιά του: κάτι σαν ένα ιδιόκτητο περιβόλι μεταξύ του φωταγωγού, του κλιμακοστασίου και των χώρων διημέρευσης. Όλοι έλκονται σε αυτόν. Εκεί ξαναβρίσκει κανείς τις μαγικές στιγμές της ελληνικής πολυκατοικίας: τους ψιθύρους και τους ήχους στους φωταγωγούς της. Μέσα του, τρέχουν οι βασικές υποδομές και, παράλληλα, παράγει ατμόσφαιρα.
Μέχρι στιγμής έχετε εξάγει κάποια συμπεράσματα από το project σας Dreamgrove*;
Το έργο Dreamgrove έχει μέχρι στιγμής αναπτυχθεί σε πολλές διαφορετικές πλατφόρμες, χώρους και επιφάνειες διάδρασης (ιστοσελίδα, κήπος, iPhone application). Για την ώρα είναι ένα πολύπλοκο, πολυεπίπεδο εγχείρημα. Στη βάση του όμως βρίσκεται η προαναφερθείσα προσπάθεια και πρόκληση του να συνδυάσουμε την αρχιτεκτονική της πληροφορίας με τη δομή και την αδράνεια των υλικών, μέσα από την παραγωγή ατμόσφαιρας και κοινού, δημόσιου χώρου. Αυτή ακριβώς είναι η έννοια του συνδυασμού του φυτικού και του ψηφιακού. Oι ιστοσελίδες είναι οι κήποι του μέλλοντος, τώρα.
Η εγκατάσταση αποτελείται από τρία µέρη: µία βάση δεδοµένων, µία ιστοσελίδα και έναν διαδραστικό κήπο. Κεντρική της ιδέα είναι ο µετασχηµατισµός της ανάµνησης των ονείρων µας σε χώρο. Στην αρχική σελίδα του ιστοχώρου Dreamgrove υπάρχουν τέσσερις επιλογές: ένα ρόδι, η βάση ενός κορμού, μια τρύπα στο χώμα και ένα σκουλήκι. Οι “επιλογές” απαρτίζουν το φυσικό περιβάλλον μιας υγρής, χωματένιας επιφάνειας, με ρίζες, κλαράκια και φύλλα – το έδαφος ενός κήπου ή καλύτερα, την κάτοψη ενός “Ονειρώνα”… (περισσότερα στο www.dreamgrove.org)
* Ο ονειριώνας (Dreamgrove) είναι ένας άκτιστος δηµόσιος χώρος.