► Βελτιώνουν τη θέση τους Γαλλία, Βέλγιο, Σουηδία, Ιρλανδία, Νορβηγία και Φινλανδία
► Εξακολουθεί να μειώνεται η ελκυστικότητα της αγοράς ΑΠΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο
► Κινητικότητα σε πράσινα ομόλογα στην Ευρώπη για το 2016
► Παραμένει στην 40η θέση της κατάταξης η Ελλάδα
Η τελευταία, εξαμηνιαία έκδοση του Δείκτη Ελκυστικότητας Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (Renewable energy country attractiveness index – RECAI) της ΕΥ, βλέπει τις χώρες της Ευρώπης να ανακτούν το χαμένο έδαφος, έναντι των αναδυόμενων αγορών, στην κατάταξή τους.
Ο Δείκτης διαμορφώνεται με βάση μία σειρά από παράγοντες που επηρεάζουν τις προοπτικές της αγοράς των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), όπως:
- Τις μακροπρόθεσμες ανάγκες σε ενέργεια και το βαθμό στον οποίο μπορούν να καλυφθούν από ανανεώσιμες πηγές
- Το βαθμό στον οποίο οι ισχύουσες πολιτικές ενθαρρύνουν ή εμποδίζουν την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών σε μία χώρα
- Την ύπαρξη βασικών προϋποθέσεων, όπως υποδομές δικτύων, μακροχρόνιες συμβάσεις και χρηματοδότηση
- Τις προοπτικές για τις επιμέρους τεχνολογίες ΑΠΕ
- Το γενικότερο επενδυτικό κλίμα, την ευκολία του επιχειρείν και τη μακροοικονομική σταθερότητα
Σύμφωνα με την κατάταξη της έρευνας, η Ελλάδα παρέμεινε για ένα ακόμη εξάμηνο στην 40η θέση του Δείκτη.
Η Γαλλία ανέβηκε στην έβδομη θέση μέσα στην πρώτη δεκάδα της κατάταξης, ως αποτέλεσμα του εθνικού σχεδιασμού για την προώθηση της υλοποίησης 3GW ηλιοθερμικής δυναμικότητας τα επόμενα 3 χρόνια (μέσω διαδοχικών διαγωνισμών κατά την περίοδο 2017-2019).
Το Βέλγιο (18η θέση), η Σουηδία (20η), η Ιρλανδία (30η), η Νορβηγία (32η) και η Φινλανδία (35η), βελτίωσαν επίσης τη θέση τους μεταξύ των 40 χωρών του Δείκτη. Στη Νορβηγία, οι εργασίες για την κατασκευή της υποθαλάσσιας ηλεκτρικής διασύνδεσης προϋπολογισμού 2,3 δις δολαρίων, που συνδέει τη Νορβηγία με τη Γερμανία, θα επιτρέψει στη Γερμανία να εξάγει περίσσευμα αιολικής ενέργειας για αντλησιοταμίευση των υδροηλεκτρικών της Νορβηγίας, η οποία με τη σειρά της θα μπορεί να πραγματοποιεί εξαγωγές της υδροηλεκτρικής της παραγωγής στη Γερμανία. Η Γερμανία, καθώς και οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα, η Ινδία και η Χιλή παρέμειναν σταθερές στις πέντε πρώτες θέσεις του Δείκτη.
Είναι σαφές ότι οι Ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν το βαθμό ευελιξίας των αναδυόμενων αγορών για να μετασχηματίσουν την ενεργειακή τους βιομηχανία. Το μεγαλύτερό τους εμπόδιο αποτελεί η ενσωμάτωση των ΑΠΕ στο υπάρχον σύστημα συμβατικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Αυτό δημιούργησε μέχρι πρότινος την εντύπωση ότι οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν πιο συγκρατημένες φιλοδοξίες ως προς την πλήρη αξιοποίηση των ΑΠΕ. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα, βλέπουμε μια σειρά από πολλά υποσχόμενα νέα επενδυτικά προγράμματα και νέες τεχνολογίες που υλοποιούνται σε όλη την Ευρώπη.
Παρόλα αυτά, σε αντίθεση με τη γενικότερη ευρωπαϊκή τάση βελτίωσης της ελκυστικότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει υποχωρήσει στη χαμηλότερη, 14η θέση, της κατάταξης στην ιστορία του. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η κατάργηση του Υπουργείου Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (DECC) και η έγκριση του πυρηνικού σταθμού Hinkley Point C, συνέβαλαν στη μείωση της ελκυστικότητας της χώρας σε σχέση με τους επενδυτές σε ΑΠΕ.
Όσον αφορά στα πράσινα ομόλογα, η έκθεση διαπιστώνει ότι η Ευρώπη σημείωσε την εντονότερη δραστηριότητα. Συνολικά, εκδόθηκαν πράσινα ομόλογα αξίας 54,9 δις δολαρίων στην Ευρώπη κατά τους πρώτους επτά μήνες του έτους, ενώ ακολουθεί η Βόρεια Αμερική με 19,8 δις δολάρια και η Ασία με 4,5 δις δολάρια.
Οι ΑΠΕ στην Ελλάδα
Σχολιάζοντας το Δείκτη της ΕΥ, η κ. Ράνια Αικατερινάρη, εταίρος της ΕΥ στο τμήμα Χρηματοοικονομικών Συμβούλων, επισημαίνει: «Τα αποτελέσματα της έρευνας και αυτού του εξαμήνου δίνουν ένα παράδειγμα του μεγάλου φάσματος ευκαιριών και νέων τεχνολογιών που μπορεί να αξιοποιήσουν οι χώρες για να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος και να βελτιώσουν τη θέση τους στο Δείκτη Ελκυστικότητας επενδύσεων σε ΑΠΕ. Αυτό θα πρέπει να αποτελέσει στόχο και για τη δική μας χώρα που παραμένει στην 40η θέση, καθώς, αφενός έχει τεράστιες δυνατότητες εκμετάλλευσης ανανεώσιμων πόρων και αφετέρου ένα εξαιρετικό επιστημονικό προσωπικό και έμπειρες εταιρείες που θα μπορούσαν να προωθήσουν καινοτόμες τεχνολογίες. Η Ελλάδα μπορεί να μπει ξανά δυναμικά στο χάρτη προσέλκυσης επενδύσεων σε ΑΠΕ και για αυτό απαιτείται ένα σταθερό θεσμικό πλαίσιο, μια ξεκάθαρη εθνική ενεργειακή πολιτική, κονδύλια για χρηματοδότηση της έρευνας και της καινοτομίας, αλλά και προσεκτικός σχεδιασμός των επενδύσεων από τη μεριά των επιχειρήσεων, με αξιοποίηση εναλλακτικών δομών και εργαλείων χρηματοδότησης, όπως και προσέλκυσης ξένων ιδιωτικών κεφαλαίων».